Ευρωπαϊκή διάσταση της διαδοχολογίας και η ευρωπαϊκή προοπτική του Κώστα Σημίτη

Ευρωπαϊκή διάσταση της διαδοχολογίας και η ευρωπαϊκή προοπτική του Κώστα Σημίτη
Ημερομηνία καταχώρησης Friday, January 16 @ 12:11:04 EET από cpop
Άρθρα

Του Κώστα Πώποτα* 

10.1.2004 

Την Τρίτη 6 Ιανουαρίου, μία μέρα πριν την ανακοίνωση της αποχώρησης του κ. Σημίτη από την προεδρία του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Ρομάνο Πρόντι, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έδωσε το σήμα εκκίνησης για την κούρσα προς την Προεδρία της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς δημοσιοποίησε την πρόθεσή του να μην διεκδικήσει μια νέα θητεία. Η θητεία του κ. Πρόντι εκπνέει την 1η Νοεμβρίου καθώς την ίδια μέρα αναλαμβάνει την θητεία της η νέα Επιτροπή. 

Από την στιγμή εκείνη και μετά πληθαίνουν σταθερά τα άρθρα στον ευρωπαϊκό και διεθνή τύπο σχετικά με την πιθανή έκβαση της «διαδοχής». Η ευρωπαϊκή διαδοχολογία δημοσίευσε εκτεταμένες αναφορές στα πιθανά σενάρια και ο κατάλογος των υποψηφίων για το υψηλότερο ευρωπαϊκό αξίωμα είδε το φως της δημοσιότητας, φυσικά περιλαμβάνοντας σε περίοπτη θέση το όνομα του Κώστα Σημίτη. Τα άλλα ονόματα είναι εκείνα του φινλανδού πρώην πρωθυπουργού Πάαβο Λιππόνεν, του εν ενεργεία βέλγου πρωθυπουργού Γκύ Φερχόφστατ, και του λουξεμβούργιου πρωθυπουργού Ζαν-Κλώντ Γιούνκερ – και σε δεύτερη εφεδρεία τα ονόματα των Ζαν-Λυκ Ντεάν, βέλγου πρώην πρωθυπουργού, του Αντερς Φογκ Ρασμούσεν, δανού πρωθυπουργού και του ισπανού πρωθυπουργού Χοσέ Μαρία Αθνάρ (σημειωτέον ότι η Ισπανία θα έχει εκλογές στις 14 Μαρτίου). (όπως βεβαίως θα παρατηρήσει ο αναγνώστης η λίστα περιλαμβάνει μόνο νυν ή πρώην πρωθυπουργούς και βεβαίως οι εν ενεργεία θα χρειαστεί να εγκαταλείψουν την θέση τους αν εκλεγούν). 

Ο γύρος των συζητήσεων θα αρχίσει στο Συμβούλιο στις 25-26 Μαρτίου – για την ώρα το Συμβούλιο προσπαθεί να επισπεύσει τη διαδικασία για το διορισμό 10 νέων επιτρόπων από τα νέα κράτη-μέλη που πρέπει να αναλάβουν τα καθήκοντά τους για την 1η Μαΐου. Ο νέος Πρόεδρος θα προταθεί από το Συμβούλιο τον Ιούνιο του 2004. Σημειωτέον ότι σύμφωνα με την συνθήκη της Νίκαιας η εκλογή θα λάβει χώρα με τη συμμετοχή των δέκα νέων κρατών μελών, με το νέο καθεστώς ενισχυμένης πλειοψηφίας – η οποία αποκλείει την άσκηση αρνησικυρίας από οποιοδήποτε κράτος μέλος. Η επιλογή αυτή χρήζει επικυρώσεως από το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο το οποίο θα προκύψει από τις εκλογές του Ιουνίου, μετά από ακρόαση που θα γίνει πιθανότατα τον Αύγουστο. Ο διορισμός της Επιτροπής θα γίνει στη συνέχεια με απόφαση του Συμβουλίου μάλλον τον Σεπτέμβριο. 

Βεβαίως η αποτυχία υιοθέτησης του Ευρωπαϊκού συντάγματος προσθέτει δύο πολιτικές δυσκολίες. Κατά πρώτο ελλείψει βεβαιότητας για τις δύο νέες θέσεις ευθύνης – του Προέδρου του Συμβουλίου και του Υπουργού εξωτερικών της Ένωσης – η διαπραγμάτευση περιορίζεται στην επιλογή του Προέδρου της Επιτροπής. Κατά δεύτερο το Συμβούλιο μπορεί ακόμη να αγνοήσει τα αποτελέσματα των εκλογών του κοινοβουλίου κατά την επιλογή του Προέδρου, όπως έκανε και με την εκλογή του κ. Πρόντι. Τότε ο Πρόεδρος είχε επιλεγεί τον Μάρτιο του 1999, χωρίς το Συμβούλιο να αναμείνει τα αποτελέσματα των εκλογών του Κοινοβουλίου τον Ιούνιο του 1999 που έδωσαν την πλειοψηφία στην δεξιά. 

Υπενθυμίζω ότι, το προτεινόμενο Σύνταγμα συνδέει την επιλογή του Προέδρου της Επιτροπής με τα αποτελέσματα των εκλογών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το τελευταίο επιμένει ότι το πνεύμα της διατάξεως αυτής ακόμη κι αν δεν τέθηκε σε εφαρμογή οφείλει να γίνει σεβαστό κατά τη διαδικασία επιλογής του μέλλοντα προέδρου. Κάτι τέτοιο είναι βέβαια πρακτικά αδύνατο στις παρούσες συνθήκες. Αν το Συμβούλιο αποφασίσει να αναμείνει το αποτέλεσμα των εκλογών, θα συζητήσει την πρόταση μόλις τον Ιούλιο, με κίνδυνο να μην προλάβει να λάβει απόφαση για τον διορισμό της Επιτροπής ως τον Νοέμβριο. 

Όπως και να έχει το πράγμα κατανομή των υποψηφίων ανά το πολιτικό φάσμα χρεώνει τους κκ Σημίτη και Λιππόνεν στην αριστερά. Και οι δύο θεωρούνται πεπειραμένοι και αποδοτικοί. Ο κ. Σημίτης έχει ενισχυθεί από την επιτυχημένη ελληνική προεδρία η οποία τον ανέδειξε επίσης ως το πρόσωπο που θα μπορούσε να αποτελέσει τη συμβιβαστική λύση για ένα υποψήφιο κοινής αποδοχής από όλους τους πολιτικούς χώρους. Και οι δύο προέρχονται από μικρά κράτη τα οποία κατά παράδοση εναλλάσσονται με τα μεγάλα στη διαδοχή και καθώς η τωρινή προεδρία είχε διαπιστευτεί σε ένα μεγάλο κράτος, προσθέτει στα πλεονεκτήματα της υποψηφιότητάς τους, με την Ελλάδα να προηγείται στα σημεία καθώς προσχώρησε στην ΕΕ πολύ πριν την Φινλανδία. 

Ανάμεσα στους υποψηφίους της δεξιάς, ο βέλγος πρωθυπουργός, φιλελεύθερος, είναι ο πρώτος ευρωπαίος πρωθυπουργός που συνάντησε – την περασμένη Πέμπτη 8 Ιανουαρίου – τον προεδρεύοντα του Συμβουλίου, ιρλανδό πρωθυπουργό κ. Αχερν, μετά από δική του αίτηση, επισήμως στο πλαίσιο των διαβουλεύσεων για το ευρωπαϊκό σύνταγμα. Οι διαπραγματευτικές του δεξιότητες, ιδιαίτερα στη βελγική πολιτική σκηνή, εκτιμώνται ιδιαίτερα, αλλά στον βελγικό τύπο της 9.1.2004 ο κ. Φερχόφστατ διέψευσε τις φήμες που τον φέρουν υποψήφιο πράγμα που αναζωπύρωσε τις αναφορές στον κ. Σημίτη. 

Ο λουξεμβούργιος πρωθυπουργός κ. Γιούνκερ, χριστιανοδημοκράτης, θεωρείται καλός γνώστης των ευρωπαϊκών θεμάτων γιατί εκτός από την πρωθυπουργία διατηρεί και το χαρτοφυλάκιο οικονομικών. Μειονέκτημά της υποψηφιότητάς του το ότι υπήρξε ήδη πρόσφατα λουξεμβούργιος πρόεδρος της Επιτροπής, ο κ. Σαντέρ, προερχόμενος από τον ίδιο πολιτικό χώρο, ο οποίος βαρύνθηκε με την κατάρρευση του εκτελεστικού αυτού οργάνου κάτω από κατηγορίες σκανδάλων. 

Από τους υπόλοιπους πιθανούς υποψήφιους ο κ. Ντεάν, ήταν υποψήφιος για την προεδρία της επιτροπής και το 1995, αλλά απομακρύνθηκε από βρετανικό βέτο. Ακόμη και αν δεν είναι πλέον δυνατή η άσκηση αρνησικυρίας, υπάρχουν αμφιβολίες ότι θα κατόρθωνε να συγκεντρώσει την απαραίτητη στήριξη. Ο κ. Ρασμούσεν, θα μπορούσε να αποτελέσει την εναλλακτική λύση. Όσο για την ενδεχόμενη υποψηφιότητα του κ. Αθνάρ, θα κριθεί σίγουρα σε σύνδεση με τη στάση του τόσο στον πόλεμο του Ιράκ, όσο και με τα προσκόμματα που δημιούργησε για την υιοθέτηση του ευρωπαϊκού συντάγματος. 

Δεν έλειψαν βεβαίως και οι αντιδράσεις στην προοπτική Σημίτη. Ο κ. Πέττερινγκ, Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (Χριστιανοδημοκράτες) και των Ευρωπαίων Δημοκρατών (ΕΛΚ/ΕΔ), δήλωσε την περασμένη Τετάρτη ότι «η παρούσα κατάσταση, όπου η σύνθεση της Επιτροπής δεν αντανακλά τον πολιτικό χρωματισμό της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, δεν είναι αποδεκτή». Η αποστροφή αυτή δεν αποτελεί βεβαίως παρά επανάληψη των όσων ο ίδιος είχε πει τον περασμένο Νοέμβριο ενόψει της τότε προοπτικής ψήφισης του Συντάγματος αλλά και της συνακόλουθης ιδέας που δεν υλοποιήθηκε να συζητηθούν οι πιθανές υποψηφιότητες στο Συμβούλιο της 11ης Δεκεμβρίου. Και ναι μεν ο κ. Πέττερινγκ δήλωσε πρόσφατα εμμέσως την προτίμησή του προς τον κ. Γιούνκερ, όμως ο επικεφαλής των βρετανών Συντηρητικών που συμμετέχει στην ΕΛΚ/ΕΔ διευκρίνισε ότι καμιά απόφαση δεν έχει ληφθεί. 

Σε κάθε περίπτωση η παραπάνω ανάλυση πείθει ότι ο κ. Σημίτης αποτελεί μιας πρώτης τάξεως υποψηφιότητα για την προεδρία της Επιτροπής σε σχετικά θετική συγκυρία. Η επιτυχία αυτής της ενδεχόμενης υποψηφιότητας θα αναβάθμιζε ακόμη περισσότερο την ελληνική διεθνή θέση η οποία έχει ισχυροποιηθεί από την σωρεία των εκλογών Ελλήνων σε θέσεις σημαντικής ευθύνης, όπως του καθ. Κ. Χ. Ροζάκη ως Αντιπροέδρου του Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο, του κ. Παπαδήμα στην αντιπροεδρία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας, του κ. Διαμαντούρου ως Ευρωπαίου Συνηγόρου του Πολίτη και του καθ. κ. Β. Σκουρή ως Προέδρου του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. 

Οι ευρωπαίοι πολιτικοί αναλυτές τονίζουν βεβαίως ότι πλέον η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συναίσθηση των απαιτήσεων των καιρών και αναζητεί τον νέο Ντελόρ της, ένα πρόεδρο με αυξημένο κύρος, ένα πολιτικό υψηλού ήθους, εγνωσμένης εμπειρίας και αποδοτικότητας. Ο κ. Σημίτης ανταποκρίνεται σε όλες τις αυξημένες απαιτήσεις αυτής της θέσης. 

Το ερώτημα επομένως είναι απλό: θεωρούμε όλοι οι Έλληνες, ανεξαρτήτως κομματικής τοποθέτησης ότι είναι σημαντικό εθνικό ζήτημα να διεκδικήσουμε μια σημαντική θέση ευθύνης στην ευρωπαϊκή ένωση η οποία είναι διαθέσιμη όχι ως εθνική κατανομή που μας περιέρχεται και μας αναλογεί ανεξαρτήτως προσώπου, αλλά μόνο λόγω της σημαντικής εκτίμησης που χαίρει ο κ. Σημίτης; Κατ’ εμέ οφείλουν όλες οι παρατάξεις να υποστηρίξουν μια τέτοια ελληνική υποψηφιότητα. Και επιπλέον καλό θα ήταν τα κόμματα να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους πριν τις εκλογές ώστε ανεξαρτήτως αποτελέσματος στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο η λαϊκή εντολή υπέρ της υποψηφιότητας Σημίτη να είναι δεδομένη. 

*ο Κώστας Πώποτας, δικηγόρος, στέλεχος του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων είναι υποψήφιος βουλευτής Μαγνησίας με το ΠΑΣΟΚ. (www.costas.popotas.name)

Υ.Γ. Για την πληρότητα της πληροφόρησης: τα δημοσιεύματα δεν παραλείπουν ενίοτε να εκφράζουν φόβους ότι ο κ. Σημίτης ενδέχεται να αρνηθεί την θέση, ενόψει της εκλογ Υ.Γ. Για την πληρότητα της πληροφόρησης: τα δημοσιεύματα δεν παραλείπουν ενίοτε να εκφράζουν φόβους ότι ο κ. Σημίτης ενδέχεται να αρνηθεί την θέση, ενόψει της εκλογ Υ.Γ. Για την πληρότητα της πληροφόρησης: τα δημοσιεύματα δεν παραλείπουν ενίοτε να εκφράζουν φόβους ότι ο κ. Σημίτης ενδέχεται να αρνηθεί την θέση, ενόψει της εκλογ

Σχετικές δημοσιεύσεις